ΚΟΚΚΙΝΗ
Μαρία Ζαγκλαρά
Φόρεσες τη λευκή ποδιά
και πλησίασες.
«Για να δούμε
τι πρόβλημα υπάρχει μέσα σου», είπες.
Πρόβλημα;
Αν ήξερα πως για σένα είναι πρόβλημα
αυτό που έχω μέσα μου,
θα το σκότωνα πριν το δεις.
Άγγιξες το αριστερό στήθος,
το μέτωπό μου
κι ύστερα,
«εδώ είναι το πρόβλημα» φώναξες θριαμβευτικά
«και στο είχα πει, μην αφήνεις ποτέ
αυτά τα δύο να επικοινωνούν!»
Ψέματα.
Ποτέ δε το είπες.
«Θα χρειαστεί να επέμβω», συνέχισες.
Μου ακούστηκε κάπως ειρωνικό,
μα πριν προλάβω να σκεφτώ
έμπηξες με δύναμη το χέρι στο στήθος μου.
Ο πόνος με έκοψε στα δυο.
Ο κόσμος άρχισε να σβήνει.
Πάντα ψύχραιμος έβγαλες κάτι κόκκινο
και το πέταξες παράμερα.
«Έλα, μη κάνεις έτσι, μόνο τη μισή έκοψα.
Ολόκληρη ήταν περιττή. Kαι κάπως μεγάλη.»
Κοίταζα την τρύπα στο στήθος μου
χωρίς να μιλώ.
«Έλα πάλι αύριο.
Θα επαναλάβουμε το ίδιο με το μυαλό σου.
Σκέφτεται πολύ», είπες βγάζοντας την κόκκινη ποδιά.
Δε χρειάστηκε, όμως.
Είχα μάθει πια τις κινήσεις.
Έλυσα το υπόλοιπο πρόβλημα μόνη.
Άλλωστε με το μυαλό σ’ αγαπούσα·
η καρδιά ήταν μόνο το πρόσχημα.