{Κάποτε θα φύγω}
Νίκος Κατσικάνης
Όσο γαλάζιο κι αν στάξω μες τα μάτια
μια θλίψη απόκοσμη πάντοτε θα τα ορίζει
κι αν μια στιγμή συντύχω με το φως
αυτό με διαπερνά, δε με αγγίζει.
Ήρθα απο μήτρας το βαθύλυπο σκοτάδι
σε γήινους αδυσώπητους λειμώνες
με το αμπέλι και με την ελιά -ναι- γλέντισα
μα ότι υπάρχω, το χρωστάω στους χειμώνες.
Μου ‘γινε η άνοιξη μια ανοιχτή πληγή
που δεν αντέχω να τη βλέπω να ματώνει
κάτω απ’ του ήλιου το βαθύ ζωογόνο φως.
Νάτη! Φλεγμαίνει απο χαρά και με σκοτώνει.
Θέλω να φύγω μεθυσμένος κάποιο βράδυ
με μια κραυγή κάτω απ’ του θάνατου το χάδι!