Χασάπικο
Δημήτρης Γκιούλος
Ποτέ μου δεν μπόρεσα να φορέσω καμιά ταμπέλα.
Είναι που είναι τετράγωνες και άκαμπτες και καλύπτουν όλα τ’ άλλα.
Λένε τη μισή αλήθεια.
«Ποιητής» ή «συγγραφέας», λέει ο άλλος και δεν πεθαίνει μόνος του από ντροπή.
Εγώ χασάπης νιώθω.
Παίρνω τον εαυτό μου και πετσοκόβω από δω κι από κει,
πετάω κομμάτια στα σκουπίδια,
πετάω κομμάτια στο κοινό.
Αυτο-ακρωτηριασμός, μέχρι να μείνει κάτι.
«Κόψε χέρι, μπας και αποκτήσεις χέρι.»
Να προλάβω μονάχα, πριν εκραγώ.
Εν τοιαύτη περιπτώσει,
αν κάποιο απ’ αυτά τα βράδια εκραγώ,
για έναν έρωτα που τελείωσε άδοξα ή για μιαν επανάσταση που ποτέ δεν ήρθε,
(τα σημαντικά δηλαδή)
μαζέψτε με στοργικά από τις γωνίες.
Κι αυτό, μονάχα αν το κέρδισα.
Χάρες δεν θέλω.