Σχετικά με τον Θερβάντες
Ο Κυκλευτής
Κική Σαραντέα
«Εγώ για αυτούς γεννήθηκα,
για αυτούς μίλησα,
για αυτούς περπάτησα,
έκλαψα,
ξεγυμνώθηκα,
κοιμήθηκα με τα μάτια ανοιχτά…
Για αυτούς γεννιέμαι διαρκώς,
για αυτούς και επιστρέφω.
Για όλους αυτούς,
εγώ,
ο Δον Κιχώτης από την Ναζαρέτ».
Περήφανος αγράμματος
Μάνος Αποστολίδης
Ο Σάντσος είχε τραβηχτεί σε μια μεριά και μονάχα έβλεπε, καθώς ο Δον Κιχώτης καβάλα στον Ροσινάντε ορμούσε να λογχίσει τον ξένο άνθρωπο. Τότε, ο Σάντσος σκέφτηκε:
«Δύστυχος ξένος!» Δεν έφταιγε σε τίποτα• πλήρωνε την παλαβομάρα κάποιου άλλου… Μετά σκέφτηκε:
«Δύστυχος αφεντικός!» Τον είχαν παλαβώσει οι πολλές ιπποτικές ιστορίες, και τώρα μόνο τέτοιες έβλεπε μπρος του… Μετά σκέφτηκε:
«Δύστυχος κι εγώ!» Ήθελε να λογικέψει τον αφεντικό, να σώσει τον ξένο… Μα ο αφεντικός είχε απαγορέψει στον Σάντσο να μιλάει, και αν δεν υπάκουε μπορεί να ‘τρωγε αυτός τη λόγχη!
Όταν όμως ο ξένος έπεσε από το ζώο του -αλάβωτος παρατρίχα- και έφυγε τρέχοντας, ο Σάντσος θυμήθηκε πώς κι ο ίδιος όλο μπλέκεται σε επικίνδυνες περιπέτειες και όλο γλιτώνει ζωντανός…
«Άραγε, τελικά, μήπως δεν είναι άδικη η ζωή;»
Ο Σάντσος μπερδεύτηκε και πονοκεφάλιασε.
«Αυτές οι ερωτήσεις είναι για γραμματιζούμενους, και χάρισμά τους!»